Σάββατο, Απρίλιος 19, 2025

Είναι φανερό ότι έχουμε σειρά να απελευθερωνόμαστε κάθε φορά όλο και περισσότερο από το νου. Ο νους είναι μια φυλακή, ένα κελί όπου όλοι βρισκόμαστε φυλακισμένοι. Έχουμε την ανάγκη να ξεφύγουμε απ’ αυτό το κελί αν πραγματικά θέλουμε να μάθουμε τι πράγμα είναι η ελευθερία, η ελευθερία αυτή που δεν είναι του χρόνου, αυτή η ελευθερία που δεν είναι του νου.

Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να βλέπουμε το νου σαν κάτι που δεν είναι του Είναι. Ο κόσμος δυστυχώς, όντας πολύ ταυτισμένος με το νου, λέει: «Σκέφτομαι !» Και αισθάνεται ότι είναι νους.

Υπάρχουν σχολές που αφιερώνονται στην ισχυροποίηση του νου. Δίνουν σειρές μαθημάτων δι’ αλληλογραφίας, διδάσκουν την ανάπτυξη της νοητικής δύναμης, κτλ., αλλά όλα αυτά είναι παράλογα. Δεν είναι η ισχυροποίηση των κάγκελων της φυλακής το συνιστάμενο· αυτό που χρειαζόμαστε είναι να καταστρέφουμε αυτά τα κάγκελα για να γνωρίσουμε την αληθινή ελευθερία, που, όπως έχω πει, δεν είναι του χρόνου.

Όσο βρισκόμαστε στη φυλακή του διανοητικού, δεν θα είμαστε ικανοί να έχουμε την εμπειρία της αληθινής ελευθερίας.

Ο νους, αυτός καθαυτός, είναι μια φυλακή πολύ οδυνηρή. Ουδείς υπήρξε ευτυχισμένος με το νου. Μέχρι τώρα δεν έχει βρεθεί ο πρώτος άνθρωπος που να είναι ευτυχισμένος με το νου. Ο νους κάνει δυστυχισμένα όλα τα πλάσματα, τους κάνει όλους δύσμοιρους. Οι πιο ευτυχισμένες στιγμές που όλοι είχαμε στη ζωή μας, ήταν πάντοτε σε απουσία του νου, για μια έστω στιγμή, ναι, κι όμως δεν θα μπορούσαμε να την ξεχάσουμε στη ζωή ‘ σ’ αυτό το δευτερόλεπτο μάθαμε τί είναι ευτυχία, αλλά αυτό διήρκεσε μόνο ένα δευτερόλεπτο. Ο νους δεν ξέρει τί πράγμα είναι η ευτυχία, αυτός είναι μια φυλακή!

Πρέπει να μάθουμε να κυριαρχούμε το νου, όχι των άλλων, αλλά τον δικό μας, αν πράγματι θέλουμε να ανεξαρτητοποιούμαστε απ’ αυτόν.

Είναι απαραίτητο να μάθουμε να βλέπουμε το νου σαν κάτι που πρέπει να κυριαρχήσουμε, σαν κάτι που θα λέγαμε, χρειάζεται να εξημερώσουμε. Ας θυμηθούμε τον θεϊκό Δάσκαλο Ιησού να εισέρχεται καβάλα στο γαϊδουράκι στην Ιερουσαλήμ, την Κυριακή των Βαΐων. Αυτό το γαϊδουράκι είναι ο νους που πρέπει να υποτάξουμε. Πρέπει να καβαλήσουμε το γάιδαρο και όχι αυτός να καβαλήσει εμάς. Δυστυχώς, ο κόσμος είναι θύμα του νου, δεδομένου ότι δεν καβαλάει τον γάιδαρο. Ο νους είναι ένας γάιδαρος υπερβολικά αδέξιος που πρέπει να τον κυριαρχήσουμε εάν όντως θέλουμε να καβαλήσουμε πάνω του.

Κατά τη διάρκεια του διαλογισμού πρέπει να συζητάμε με το νου. Αν περνάει κάποια αμφιβολία, χρειάζεται να κάνουμε την ανατομή της αμφιβολίας. Όταν μια αμφιβολία μελετηθεί καθωσπρέπει, όταν της έχει γίνει ανατομή, δεν αφήνει στη μνήμη μας κανένα ίχνος, εξαφανίζεται. Αλλά όταν μια αμφιβολία επιμένει, όταν εμείς θέλουμε να την πολεμάμε ακατάπαυστα, τότε γίνεται σύγκρουση. Κάθε αμφιβολία είναι ένα εμπόδιο για το διαλογισμό. Όμως, δεν θα εξαλείψουμε τις αμφιβολίες αποδιώχνοντας τες, αλλά κάνοντας τους ανατομή, για να δούμε τί πραγματικό κρύβουν.

Κάθε αμφιβολία που επιμένει γίνεται μια παγίδα για το διαλογισμό. Επομένως, να αναλύουμε, να τεμαχίζουμε να κάνουμε σκόνη την αμφιβολία, και όχι να την πολεμάμε να την ανοίγουμε με το νυστέρι της αυτοκριτικής και να της κάνουμε μια ανήλεη και αυστηρή ανατομή. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να ανακαλύψουμε τι. ήταν αυτό που δεν είχε σημασία στην αμφιβολία, τι το πραγματικό υπήρχε στην αμφιβολία και τι, το ψεύτικο.

Έτσι λοιπόν, οι αμφιβολίες μερικές φορές χρησιμεύουν για να αποσαφηνίζουμε έννοιες αντιλήψεις. Όταν κάποιος εξαλείφει μια αμφιβολία δια μέσου της αυστηρής ανάλυσης, όταν της κάνει ανατομή, ανακαλύπτει κάποια αλήθεια. Απ’ αυτήν την αλήθεια βγαίνει κάτι πιο βαθύ, περισσότερη επίγνωση, περισσότερη σοφία.

Η σοφία επεξεργάζεται στη βάση της απευθείας εμπειρίας, του άμεσου αυτοπειραματισμού, στη βάση του διαλογισμού. Υπάρχουν φορές που χρειάζεται, επαναλαμβάνω, να συζητάμε με το νου, διότι πολλές φορές που θέλουμε να είναι ήσυχος ο νους, όταν θέλουμε να βρίσκεται ο νους σε σιωπή, αυτός επιμένει στην ηλιθιότητα του, στην άχρηστη μωρολογία του, στην πάλη των αντιθέτων. Είναι τότε αναγκαίο να ανακρίνουμε το νου, λέγοντας του: «Μα καλά, τί θέλεις επιτέλους, νου; Απάντα μου, λοιπόν» Αν ο διαλογισμός είναι βαθύς, μπορεί να αναδυθεί από μέσα μας κάποια παράσταση· σ «αυτήν την παράσταση, σ’αυτήν τη φιγούρα, σ’αυτήν την εικόνα, βρίσκεται η απάντηση. Οφείλουμε λοιπόν να συζητάμε με το νου και να τον κάνουμε να βλέπει την πραγματικότητα των πραγμάτων, μέχρι που να τον αναγκάσουμε να δει ότι η απάντηση του είναι εσφαλμένη. Να τον κάνουμε να συνειδητοποιήσει ότι οι προκαταλήψεις του είναι άχρηστες και το λόγο για τον οποίο είναι άχρηστες. Και τελικά, ο νους μένει ήσυχος, σε σιωπώ. Αν όμως βλέπουμε ότι δεν αναβλύζει η φώτιση ακόμη, ότι ακόμη επιμένει σε χαοτική κατάσταση μέσα μας, η ασυνάρτητη σύγχυση και η ακατάπαυστη μωρολογία τότε, πρέπει πάλι να καλούμε το νου σε τάξη, να τον ρωτάμε: «Τί είναι αυτό που θέλεις;

Τί είναι αυτό που ψάχνεις; Γιατί δεν με αφήνεις σε ειρήνη;» Πρέπει να μιλάμε ξεκάθαρα, να συζητάμε με το νου ωσάν να ήταν κάποιο ξένο υποκείμενο, διότι και πραγματικά αυτός είναι ένας ξένος, διότι δεν είναι του Είναι. Πρέπει να τον μεταχειριζόμαστε σαν ένα ξένο υποκείμενο, να τον επιπλήττουμε, να τον κατσαδιάζουμε.

Οι σπουδαστές του προχωρημένου Ζεν συνηθίζουν το Τζούντο αλλά το ψυχολογικό Τζούντο τους δεν έχει γίνει κατανοητό από τους τουρίστες που έρχονται στην Ιαπωνία. Δείτε, για παράδειγμα, τους μοναχούς να ασκούν το τζούντο, παλεύοντας μεταξύ τους» θα έμοιαζε σαν καθαρά φυσική εξάσκηση, δεν είναι όμως. Όταν αυτοί, εξασκώντας το Τζούντο, στην πραγματικότητα δεν δίνουν σημασία στο φυσικό σώμα, η πάλη τους κατ’ ουσία στοχεύει στην κυριαρχία του ίδιου τους του νου. Το Τζούντο με το οποίο παλεύουν, αντιτίθεται στον ίδιο τους το νου του καθενός. Αφού λοιπόν το ψυχολογικό Τζούντο έχει ως αντικείμενο την υπόταξη του νου, χρησιμοποιήστε το επιστημονικά, τεχνικά, με σκοπό να τον υποτάξετε.

Δυστυχώς, οι δυτικοί βλέπουν το φλούδι του Τζούντο, επιφανειακοί και ηλίθιοι άλλωστε, όπως πάντα, εξέβαλαν το Τζούντο σαν ατομική άμυνα και ξέχασαν τις αρχές του Ζεν και του Τσανγκ και αυτό υπήρξε αληθινά αξιοθρήνητο. Κάτι πολύ παρόμοιο συνέβη με το Ταρώ. Είναι γνωστό ότι στο Ταρώ βρίσκεται όλη η αρχαία Σοφία, είναι γνωστό ότι στο Ταρώ βρίσκονται όλοι οι κοσμικοί Νόμοι και αυτοί της Φύσης.

Για παράδειγμα, ένα άτομο που καταφέρεται κατά της Σεξουαλικής Μαγείας, καταφέρεται, κατά του 9ου Αρκάνο του Ταρώ και γι’ αυτό ρίχνει παύω του ένα τρομερό Κάρμα. Ένα άτομο που επικροτεί, το Δόγμα της Εξέλιξης, σπάει το νόμο του 10ου Αρκάνο του Ταρώ και πάει λέγοντας.

Το Ταρώ είναι «ο Κύριος των Μέτρων» για όλους. Όπως είπα, στο βιβλίο μου με τίτλο «Το Μυστήριο της Χρυσής Άνθισης», στο οποίο τελειώνει λέγοντας ότι οι συγγραφείς είναι ελεύθεροι να γράφουν ότι θέλουν. Αλλά, ας μην ξεχνάμε ότι ο Κύριος των Μέτρων που είναι το Ταρώ, το Χρυσό Βιβλίο, αν δεν θέλουν να παραβιάζουν τους κοσμικούς νόμους και να πέφτουν κάτω από την Κατάνσια που είναι το ανώτερο Κάρμα.

Μετά από αυτήν τη μικρή παρένθεση, θέλω να πω ότι το τόσο ιερό Ταρώ, το τόσο σοφό, έχει μετατραπεί σε παιχνίδι του πόκερ, στα διάφορα χαρτοπαίγνια που υπάρχουν για να διασκεδάζουν τον κόσμο. Ο κόσμος ξέχασε τους νόμους του, τις αρχές του. Οι ιερές πισίνες των αρχαίων Ναών, των Ναών των Μυστηρίων, μετατράπηκαν σήμερα σε πισίνες για λουόμενους.

Η Ταυρομαχία, η βαθιά επιστήμη, ταυρική επιστήμη των αρχαίων Μυστήριων του Ποσειδώνα στην Ατλαντίδα, έχασε τις αρχές της, μετατράπηκε σήμερα σε χυδαίο τσίρκο ταύρων. Έτσι λοιπόν, δεν είναι παράξενο που το Ζεν Τσανγκ Τζούντο, που έχει ως αντικείμενο, αυτό ακριβώς, να υποτάξει το νου αυτού που το ασκεί σε καθεμιά από τις κινήσεις και τις στάσεις του, έχει παρακμάσει, έχει χάσει τις αρχές του στο δυτικό κόσμο, και έχει μεταβληθεί σε κάτι πέρα για πέρα ανίερο και κοσμικό, που σήμερα χρησιμοποιείται μόνο για ατομική άμυνα.

Ας δούμε την ψυχολογική όψη του Τζούντο. Στο ψυχολογικό Τζούντο που διδάσκει η Επανάσταση της Διαλεκτικής, χρειάζεται να κυριαρχούμε το νου απαιτείται να μάθει ο νους να υπακούει, επείγει η αυστηρή επίπληξη του για να υπακούει.

Αυτό δεν το δίδαξε ο Κρισναμούρτι, ούτε το δίδαξε το Ζεν ή το Τσανγκ αυτό που διδάσκω ανήκει στο Δεύτερο Κόσμημα του Κίτρινου Δράκου, στο Δεύτερο Κόσμημα της Σοφίας. Μέσα στο Πρώτο Κόσμημα μπορούμε να συμπεριλάβουμε το Ζεν, όμως το Δεύτερο Κόσμημα δεν το εξηγεί το Ζεν, αν και όντως έχει τα προλεγόμενα με το ψυχολογικό του Τζούντο.

Το Δεύτερο Κόσμημα υποδηλώνει την πειθαρχία του νου, κυριαρχώντας τον, μαστιγώνοντας τον, κατσαδιάζοντάς τον. Ο νους είναι ένας αφόρητος γάιδαρος που πρέπει να εξημερωθεί!

Έτσι λοιπόν, στη διάρκεια του διαλογισμού πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας πολλούς παράγοντες αν θέλουμε να φθάσουμε στην ησυχία και τη σιωπή του νου. Χρειάζεται να μελετάμε την αταξία, διότι μόνον έτσι μπορούμε να βάζουμε τάξη. Πρέπει να μάθουμε τί το προσεκτικό υπάρχει μέσα μας και τί το απρόσεχτο υπάρχει μέσα μας.

Όποτε εισερχόμαστε σε διαλογισμό, ο νους μας διαιρείται σε δύο μέρη: στο μέρος που προσέχει και στο μέρος που δεν προσέχει. Και δεν είναι στο προσεκτικό μέρος που πρέπει να βάλουμε προσοχή, αλλά σ’ αυτό το απρόσεχτο μέρος που υπάρχει σε μας. Όταν καταφέρουμε να κατανοήσουμε βαθιά αυτό που υπάρχει απρόσεχτο σε μας και μελετήσουμε τις διαδικασίες για να μετατραπεί το απρόσεχτο σε προσεκτικό, θα έχουμε πετύχει την ησυχία και τη σιωπή του νου. Αλλά πρέπει να είμαστε συνετοί στο διαλογισμό, να δικάζουμε, να κατηγορούμε και να καταδικάζουμε τον εαυτό μας, να ξέρουμε τί το απρόσεχτο υπάρχει μέσα μας. Είναι ανάγκη να γινόμαστε συνειδητοί, του απρόσεχτου τμήματος που υπάρχει μέσα μας.

Όταν λέω ότι πρέπει να κυριαρχούμε το νου, αυτός που πρέπει να τον κυριαρχεί είναι η Ουσία, η Συνείδηση. Αφυπνίζοντας Συνείδηση έχουμε περισσότερη ισχύ πάνω στο νου και τελικά, γινόμαστε συνειδητοί του ασυνείδητου μέρους που υπάρχει μέσα μας.

Είναι επείγον και δεν παίρνει αναβολή να κυριαρχούμε το νου, να συζητάμε μαζί του, να τον κατσαδιάζουμε, να τον μαστιγώνουμε με το μαστίγιο της θέλησης και να τον κάνουμε να υπακούει. Αυτή η διδακτική ανήκει στο Δεύτερο Κόσμημα του Κίτρινου Δράκου.

Το Αληθινό μου Είναι, ο Σαμαέλ Αουν Βεόρ, ήταν επανενσαρκωμένο στην αρχαία Κίνα και ονομαζόμουν Τσου Λι. Μυήθηκα στην Τάξη του Κίτρινου Δράκου και έχω διαταγές να παραδώσω τα Επτά Κοσμήματα του Κίτρινου Δράκου σ’ όποιον αφυπνίζει Συνείδηση βιώνοντας την Επανάσταση της Διαλεκτικής και πετυχαίνοντας την ολοκληρωτική Επανάσταση.

Πρώτα απ’ όλα, δεν πρέπει να ταυτιζόμαστε με το νου αν όντως θέλουμε να βγάλουμε το καλύτερο μέρος του Δεύτερου Κοσμήματος, διότι αν εμείς νιώθουμε ότι είμαστε νους, λέγοντας: «Συλλογίζομαι!», «Σκέφτομαι Ι», τότε ενισχύω έναν’ παραλογισμό και δεν είμαι σύμφωνος με τη Διδασκαλία του Κίτρινου Δράκου, διότι το Είναι δεν έχει ανάγκη να σκέπτεται, διότι το Είναι δεν έχει ανάγκη να επιχειρηματολογεί. Αυτός που επιχειρηματολογεί είναι ο νους. Το Είναι, είναι το Είναι και ο λόγος ύπαρξης του Είναι, είναι το ίδιο το Είναι. Αυτό είναι αυτό που είναι, αυτό που ήταν πάντα και αυτό που θα είναι πάντα. Το Είναι, είναι η ζωή που χτυπάει σε κάθε άτομο μόριο όπως κτυπάει και σε κάθε ήλιο. Αυτό που σκέφτεται δεν είναι το Είναι, αυτό που εκλογικεύει δεν είναι το Είναι. Εμείς, δεν έχουμε ενσαρκωμένο όλο το Είναι, αλλά έχουμε ενσαρκωμένο ένα μέρος του Είναι, που είναι η Ουσία ή Μπουδάτα, το κομμάτι της Ψυχής που υπάρχει μέσα μας, το ψυχικό υλικό. Είναι αναγκαίο αυτή η ζώσα Ουσία να επιβάλλεται στο νου.

Αυτό που μέσα μας αναλύει, είναι τα εγώ, διότι τα εγώ δεν είναι παρά μορφές του νου, νοητικές μορφές που πρέπει να αποσυνθέσουμε και να τις κάνουμε κοσμική σκόνη.

Ας μελετήσουμε τώρα κάτι πολύ ειδικό, θα μπορούσε να υπάρξει η περίπτωση που κάποιος διαλύει τα εγώ, τα εξαλείφει. Επίσης θα μπορούσε να υπάρξει η περίπτωση αυτός ο κάποιος εκτός από το να διαλύει τα εγώ, να κατασκευάζει ένα νοητικό σώμα. Προφανώς, αποκτά νοητική ατομικότητα, αλλά πρέπει να απελευθερωθεί μέχρι και από το ίδιο το νοητικό σώμα, διότι το ίδιο το νοητικό σώμα όσο τέλειο κι αν είναι, επίσης συλλογίζεται, επίσης σκέφτεται, και ο υψηλότερος τρόπος σκέψης είναι η μη σκέψη. Ενόσω σκεφτόμαστε δεν είμαστε στον ψηλότερο τρόπο σκέψης.

Το Είναι δεν χρειάζεται να σκέφτεται. Αυτό, είναι αυτό που πάντα ήταν, και αυτό που πάντα θα είναι. Έτσι λοιπόν σε σύνθεση πρέπει να υποδουλώνουμε τον νου, να τον ανακρίνουμε. Δεν χρειάζεται να υποτάξουμε το νου των άλλων διότι αυτό είναι μαύρη μαγεία. Δεν χρειάζεται να εξουσιάζουμε το νου κανενός διότι αυτό είναι μαγεία του χειρίστου είδους. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να υποτάξουμε το δικό μας νου, και να τον εξουσιάζουμε.

Κατά τη διάρκεια του διαλογισμού, επαναλαμβάνω, υπάρχουν δύο μέρη: αυτό που είναι προσεκτικό και αυτό που είναι απρόσεχτο. Χρειάζεται να γινόμαστε συνειδητοί του απρόσεκτου μέρους που υπάρχει σε μας, και γινόμενοι συνειδητοί μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το απρόσεχτο έχει πολλούς παράγοντες: Αμφιβολία. Υπάρχουν πολλές αμφιβολίες, είναι πολλές οι αμφιβολίες που υπάρχουν στο ανθρώπινο νου. Από πού προέρχονται οι αμφιβολίες του νου;

Ας δούμε το παράδειγμα του αθεϊσμού, του υλισμού, του μυστικισμού, αν τα κομματιάσουμε βλέπουμε ότι υπάρχουν πολλές μορφές σκεπτικισμού, πολλές μορφές αθεϊσμού, πολλές μορφές υλισμού. Υπάρχουν άνθρωποι που λέγονται άθεοι, υλιστές, όμως φοβούνται π.χ. τις γητειές, την μαγεία, σέβονται τη φύση, ξέρουν να δουν τον θεό στη φύση, αλλά με τον τρόπο τους. Όταν τους μιλάμε για θρησκευτικά ή πνευματικά θέματα δηλώνουν άθεοι, υλιστές. Ο αθεϊσμός τους δεν είναι παρά στην πολύ αρχική του μορφή.

Υπάρχει μια άλλη μορφή υλισμού και αθεϊσμού: είναι το μαρξιστικό λενινιστικό είδος, άπιστο σκεπτικιστικό. Στο βάθος κάτι ψάχνει αυτός ο άθεος υλιστής. θέλει απλώς να εξαφανισθεί, να μην υπάρχει, να εξαλειφθεί εντελώς, δεν θέλει να ξέρει τίποτα για τη θεϊκή Μονάδα, τη μισεί. Προφανώς, προχωρώντας έτσι θα καταστραφεί όπως αυτός το θέλει, κατά το γούστο του, θα πάψει να υπάρχει, θα κατέβει στους κολασμένους κόσμους, προς το κέντρο βαρύτητας του πλανήτη, αυτό είναι γούστο του, να αυτοκαταστρέφεται. θα χαθεί, αλλά στο βάθος αν συνεχίζει, η ουσία θα απελευθερωθεί, θα έρθει ξανά σε καινούργιες ανελίξεις και θα περάσει από καινούργιες καθελίξεις, θα έρθει ξανά και ξανά σε διαφορετικούς κύκλους εκδήλωσης για να πέσει στον ίδιο σκεπτικισμό και υλισμό. Μακροπρόθεσμα, εμφανίζεται το αποτέλεσμα. Ποιος; Όταν την ημέρα που οριστικά κλείνονται όλες οι πόρτες, όταν οι 3.000 κύκλοι εξαντληθούν, τότε αυτή η ουσία θα απορροφηθεί στη μονάδα, κι αυτή με τη σειρά της θα εισέλθει στην αγκαλιά του Παγκόσμιου Πνεύματος της Ζωής, αλλά δίχως μαεστρία. Τι είναι πραγματικά αυτό που θέλει αυτή η ουσία; Τί είναι αυτό που ψάχνει με τον αθεϊσμό της; Με τον υλισμό της; Ποιος είναι ο πόθος της; Ο πόθος της είναι να αρνηθεί την μαεστρία, κατά βάθος αυτό είναι αυτό που θέλει, το επιτυγχάνει, δεν το αξιολογεί, αλλά στο τέλος καταλήγει ως μια θεϊκή σπίθα δίχως μαεστρία.

Οι μορφές του σκεπτικισμού είναι διάφορες. Υπάρχουν άνθρωποι που λέγονται καθολικοί, αποστολικοί και ρωμαϊκοί, όμως στις εκδηλώσεις τους είναι ωμά υλιστές και αθεϊστές. Αλλά πηγαίνουν στη λειτουργία τις Κυριακές, μεταλαμβάνουν και εξομολογούνται, αυτή είναι άλλη μορφή σκεπτικισμού.

Αν αναλύσουμε όλες αυτές τις μορφές που υπάρχουν και θα υπάρχουν του σκεπτικισμού και υλισμού ανακαλύπτουμε ότι δεν υπάρχει μόνο ένας σκεπτικισμός, δεν υπάρχει μόνο ένας υλισμός. Η πραγματικότητα είναι ότι είναι εκατομμύρια μορφές σκεπτικισμού και υλισμού και είναι εκατομμύρια απλώς γιατί είναι νοητικές, πράγματα του νου. Δηλαδή, ο σκεπτικισμός και ο υλισμός είναι του νου κι όχι του Είναι.

Όταν κάποιος έχει περάσει πιο πέρα από τον νου έχει γίνει συνειδητός της Αλήθειας, που δεν ανήκει στο χρόνο. Προφανώς, δεν μπορεί να είναι ούτε υλιστής, ούτε αθεϊστής.

Εκείνος που κάποια φορά άκουσε το Λόγο, βρίσκεται πιο πέρα από το χρόνο, πιο πέρα από το νου.

Ο αθεϊσμός είναι του νου, ανήκει στο νου που είναι σαν μια βεντάλια. Όλες οι μορφές του υλισμού και αθεϊσμού είναι τόσες και ποικίλες που μοιάζουν με μια μεγάλη βεντάλια. Αλλά ό,τι το πραγματικό υπάρχει βρίσκεται πιο πέρα από το νου.

Ο αθεϊστής, ο υλιστής είναι αδαείς;, ποτέ δεν άκουσαν τον Λόγο, ποτέ δεν γνώρισαν τον θεϊκό Λόγο, ποτέ δεν εισήλθαν στο ρεύμα του ήχου.

Είναι, λοιπόν, στο νου όπου δημιουργείται ο αθεϊσμός και ο υλισμός. Αυτοί, είναι μορφές του νου, μορφές απατηλές που δεν έχουν καμιά πραγματικότητα. Αυτό που αληθινά είναι πραγματικό δεν ανήκει στο νου, αυτό που σίγουρα είναι πραγματικό βρίσκεται πιο πέρα από το νου.

Είναι σημαντικό να απελευθερωνόμαστε από το νου για να γνωρίζουμε το πραγματικό, όχι για να το γνωρίσουμε διανοητικά, αλλά για να το βιώσουμε πραγματικά και αληθινά.

Έτσι λοιπόν, βάζοντας προσοχή στο απρόσεχτο μέρος, μπορούμε να δούμε διάφορες μορφές σκεπτικισμού, δυσπιστίας, αμφιβολίας κτλ. αφού βλέποντας οποιαδήποτε απορία, οποιουδήποτε είδους, πρέπει να την κομματιάζουμε, πρέπει να της κάνουμε ανατομή για να δούμε τι είναι αυτό που θέλει πραγματικά και όταν το έχουμε κομματιάσει τελείως, η απορία εξαφανίζεται δίχως να αφήνει στο νου κανένα ίχνος, δίχως να αφήνει στη μνήμη ούτε το πιο ασήμαντο σημάδι.

Όταν παρατηρούμε ό,τι το απρόσεχτο υπάρχει μέσα μας, βλέπουμε επίσης τη μάχη των αντιθέσεων στο νου. Είναι τότε που πρέπει να κομματιάζουμε αυτές τις αντιθέσεις για να δούμε τι το αληθινό έχουν. Επίσης, θα πρέπει να κάνουμε ανατομή σε αναμνήσεις, συγκινήσεις, επιθυμίες, ή ανησυχίες που αγνοούνται, που δεν ξέρουμε από που προέρχονται και γιατί έρχονται.

Όταν συνετά βλέπουμε ότι υπάρχει ανάγκη να ανακαλέσουμε σε προσοχή το νου, υπάρχει ένα κριτικό σημείο κατά το οποίο έχουμε κουραστεί με το νου, που δεν θέλει πια να υπακούει με κανένα τρόπο, τότε δεν μένει άλλο πατά να τον επιπλήττουμε, να του μιλάμε δυνατά, να τον αντιμετωπίζουμε πρόσωπο με πρόσωπο, σαν ένα ξένο και ενοχλητικό άτομο, πρέπει να τον μαστιγώνουμε με το μαστίγιο της θέλησης να τον κατσαδιάζουμε με σκληρά λόγια, μέχρι να τον κάνουμε να υπακούει. Πρέπει να συνομιλούμε με τον νου πολλές φορές για να καταλαβαίνει. Αν δεν καταλαβαίνει πρέπει να τον ανακαλούμε στην τάξη αυστηρά.

Να μην ταυτιζόμαστε με το νου είναι απαραίτητο. Πρέπει να μαστιγώνουμε το νου, να τον υποτάσσουμε· και αν αυτός συνεχίζει νάνε βίαιος, τότε πρέπει και εμείς να τον ξαναμαστιγώνουμε. Έτσι εμείς φεύγουμε από το νου και φτάνουμε στην Αλήθεια. Σ’ εκείνο που πραγματικά δεν είναι του χρόνου.

Όταν εμείς επιτυγχάνουμε να πλησιάζουμε αυτό που δεν είναι του χρόνου, μπορούμε να γνωρίζουμε άμεσα ένα στοιχείο που μετατρέπει ριζικά. Υπάρχει ένα συγκεκριμένο στοιχείο μετασχηματιστής που δεν είναι του χρόνου, που μόνο μπορούμε να το γνωρίσουμε άμεσα όταν βγαίνουμε από το νου. Πρέπει να παλεύουμε εντατικά μέχρι να κατορθώσουμε να βγούμε από το νου για να πετύχουμε την Εσώτερη Αυτοπραγμάτωση του Είναι.

Ξανά και ξανά χρειαζόμαστε να ανεξαρτητοποιούμαστε από το νου και να εισερχόμαστε στο ρεύμα του ήχου, στον κόσμο της μουσικής, στον κόσμο όπου αντηχεί ο λόγος των Ελοχείμ, όπου πραγματικά βασιλεύει η Αλήθεια.

Ενόσω είμαστε εμφιαλωμένοι στο νου, τί μπορούμε να ξέρουμε από την Αλήθεια; Αυτό που οι άλλοι λένε. Όμως, τι ξέρουμε εμείς; Το σημαντικό δεν είναι αυτό που οι άλλοι λένε παρά αυτό που εμείς βιώνουμε από μόνοι μας. Το πρόβλημα μας βρίσκεται στο πώς να βγαίνουμε μέσα από το νου. Γι’ αυτό εμείς χρειαζόμαστε επιστήμη, σοφία για να χειραφετηθούμε, και αυτή υπάρχει στη Γνώση.

Όταν πιστεύουμε ότι ο νους είναι ήρεμος, όταν πιστεύουμε ότι είναι σε σιωπή κι ωστόσο δεν έρχεται καμιά θεϊκή εμπειρία σε μας, είναι γιατί δεν είναι ήρεμος, ούτε σε σιωπή. Στο βάθος αυτός συνεχίζει να παλεύει. Στο βάθος αυτός μωρολογεί. Τότε εμείς μέσω του διαλογισμού πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε, να συνομιλούμε μαζί του, να τον επιπλήττουμε, να τον ανακρίνουμε, τι είναι αυτό που θέλει, να απαντήσει να εξηγήσει, τι θέλει. Να του λέμε: «Νου, μα γιατί, δεν είσαι ήρεμος; γιατί δεν με αφήνεις ήσυχο; τι είναι αυτό που εσύ θέλεις;

Αυτός θα δίνει κάποια απάντηση, κι εμείς του απαντάμε με άλλη εξήγηση, προσπαθώντας να τον πείσουμε, αλλά αν δεν θέλει να πεισθεί, δεν θα μένει άλλη λύση παρά να τον υποτάξουμε με την επίπληξη και το μαστίγιο της θέλησης.

Η κυριαρχία του νου προχωρεί, πιο πέρα από το διαλογισμό των αντιθέτων. Έτσι, αν για παράδειγμα μας έρχεται ξαφνικά μια σκέψη μίσους, μια μοχθηρή ανάμνηση, τότε πρέπει να προσπαθούμε να την κατανοούμε, να προσπαθούμε να δούμε την αντίθεση της, που είναι η αγάπη. Αν υπάρχει αγάπη, γιατί αυτό το μίσος; για ποιο σκοπό;

Ξεπηδάει, για παράδειγμα η ανάμνηση μιας λάγνας πράξης. Τότε, πρέπει να περάσουμε από το νου μας το Ιερό Δισκοπότηρο και την Αγια Λόγχη, να πούμε: «γιατί πρέπει να βεβηλώνω τα άγια με τις νοσηρές σκέψεις μου;

Αν αναβλύζει μια ανάμνηση ενός ψηλού ανθρώπου, πρέπει να τον βλέπεις κοντό, και αυτό απλώς θα ήταν σωστό, διότι στη σύνθεση βρίσκεται το κλειδί.

Να ξέρουμε να ψάχνουμε πάντα την σύνθεση, είναι ωφέλιμο, διότι από τη θέση πρέπει να περνάμε στην αντίθεση, αλλά η αλήθεια δεν βρίσκεται ούτε στην αντίθεση ούτε στη θέση. Στην αντίθεση και στη θέση υπάρχει συζήτηση, το αποτέλεσμα της συζήτησης είναι η λύση, και αυτό ακριβώς είναι το επιθυμητό. Κατάφαση, άρνηση, συζήτηση, λύση. Κατάφαση από μιας κακής σκέψης, άρνηση της, μέσω της κατανόησης του αντιθέτου της. Συζήτηση: πρέπει να συζητάμε τι το πραγματικό έχουν το ένα και το άλλο μέχρι να φτάσουμε στη σοφία, και να αφήνουμε το νου ήσυχο, σε σιωπή. Έτσι πρέπει να εξασκούμαστε.

Όλο αυτό είναι ένα μέρος των συνειδητών πρακτικών, της παρατήρησης του απρόσεχτου μέρους. Αν όμως, απλά λέμε: «είναι η ανάμνηση ενός ψηλού ανθρώπου», και τον βάζουμε δίπλα σ’ έναν κοντούλη άνθρωπο, και τέλος, δεν είναι σωστό. Το σωστό θα ήταν να πούμε: «το ψηλό και το κοντό, δεν είναι παρά δύο απόψεις ενός και του αυτού πράγματος, αυτό που έχει σημασία δεν είναι ούτε το ψηλό ούτε το κοντό, παρά αυτό που υπάρχει από αλήθεια πίσω από όλα αυτά. Το ψηλό και το κοντό είναι δύο απατηλά φαινόμενα του νου». Έτσι φτάνουμε στη σύνθεση, στη λύση.

Το απρόσεχτο σε κάποιον είναι αυτό που σχηματίζεται υποσυνείδητα, από το ασυνάρτητο, από την ποσότητα αναμνήσεων που αναβλύζουν στο νου, από τις μνήμες του παρελθόντος που ξεπηδούν ξανά και ξανά, από τα απομεινάρια της μνήμης, κτλ.

Τα στοιχεία που συγκροτούν το υποσυνείδητο δεν πρέπει ούτε να το αποδεχόμαστε ούτε να το απωθούμε, απλώς πρέπει να γινόμαστε συνειδητοί του απρόσεχτου μέρους και έτσι γίνεται το απρόσεχτο προσεκτικό, με φυσικό και αυθόρμητο τρόπο. Γίνεται προσεκτικό το απρόσεχτο.

Πρέπει να κάνουμε την καθημερινή ζωή, ένα συνεχή διαλογισμό. Διαλογισμός, δεν είναι μόνο εκείνη η πράξη εφησύχασης του νου όταν βρισκόμαστε σπίτι, ή στα Λουμισιάλ, αλλά περικλείει όλο το ρεύμα της καθημερινής ζωής ώστε η ζωή να μετατρέπεται πράγματι σε ένα αδιάκοπο διαλογισμό. Μ’ αυτόν τον τρόπο έρχεται πραγματικά η αλήθεια.

Ο νους αυτός καθαυτός είναι το Εγώ, αλλά είναι επείγον να καταστρέφουμε το εγώ για να μένει η νοητική ουσία, με την οποία μπορούμε να κατασκευάζουμε το Νοητικό Σώμα. Αλλά πάντα μένει ο νους. Το σημαντικό είναι να απελευθερωνόμαστε από το νου. Και όντας ελεύθεροι, πρέπει να μάθουμε να ξεδιπλωνόμαστε στον κόσμο του αγνού πνεύματος δίχως το νου. Να μάθουμε να ζούμε σ’ αυτό το ρεύμα του ήχου που είναι πιο πέρα από τον νου και δεν είναι του χρόνου.

Στον νου, αυτό που υπάρχει είναι άγνοια. Η πραγματική σοφία δεν είναι του νου, είναι πιο πέρα από το νου. Ο νους είναι αδαής και γι’ αυτό πέφτει και ξαναπέφτει σε τόσα σοβαρά λάθη.

Πόσο ανόητοι είναι εκείνοι που κάνουν προπαγάνδα για τον νου, εκείνοι που υπόσχονται νοητικές εξουσίες, που διδάσκουν στους ανθρώπους να εξουσιάζουν τους νόες των άλλων κτλ. Ο νους δεν έχει κάνει ευτυχισμένο κανέναν. Η αληθινή ευτυχία είναι πιο πέρα από το νου. Ένας άνθρωπος δεν μπορεί, να φτάσει να γνωρίσει την ευτυχία ενόσω δεν ανεξαρτητοποιείται από το νου.

Τα όνειρα είναι χαρακτηριστικά της ασυνειδησίας. Όταν κάποιος αφυπνίσει συνείδηση αφήνει τα όνειρα. Τα όνειρα δεν είναι παρά προβολές του νου. θυμάμαι μια συγκεκριμένη περίπτωση που έζησα εγώ στους Ανώτερους Κόσμους: ήταν μόνο μια στιγμή απροσεξίας. Είδα πώς μου έβγαινε από το νου ένα όνειρο. Άρχιζα να ονειρεύομαι και αντέδρασα μέσα στο όνειρο που μου ξέφυγε για ένα δευτερόλεπτο, αλλά καθώς συνειδητοποιούσα τη διαδικασία, γρήγορα απομακρύνθηκα από αυτήν την απολιθωμένη μορφή που ξέφυγε από το νου μου, για ένα δευτερόλεπτο απροσεξίας. Τί θα γινόταν αν παρέμεινα κοιμισμένος; θα είχα μείνει εκεί πολύ μπερδεμένος στα δίχτυα αυτής της νοητικής μορφής. Όταν κάποιος είναι ξύπνιος, ξέρει αμέσως ότι σε μια στιγμή απροσεξίας μπορεί να του ξεφύγει ένα όνειρο και να μείνει μπερδεμένος σ’ αυτό όλο το βράδυ μέχρι την αυγή.

Αυτό που είναι σημαντικό για μας είναι να αφυπνίσουμε συνείδηση για να πάψουμε να ονειρευόμαστε, να πάψουμε να σκεπτόμαστε. Αυτό το «σκέπτεσθαι», που είναι η κοσμική ύλη, είναι ο νους. Ως και το ίδιο το Αστρικό δεν είναι παρά η αποκρυστάλλωση της νοητικής ύλης, και ο φυσικός κόσμος επίσης είναι συμπυκνωμένος νους. Έτσι λοιπόν, ο νους είναι ύλη και πολύ χονδροειδής, είτε είναι στην φυσική κατάσταση είτε είναι στην κατάσταση την επονομαζόμενη αστρική μανασική όπως λένε οι Ινδοστανοί. Όπως και να έχει, ο νους είναι χονδροειδής και υλικός, τόσο στο αστρικό όσο και στο φυσικό.

Ο νους είναι ύλη, είτε φυσικά είτε μεταφυσικά, αλλά πάντα ύλη. Γι’ αυτό δεν μπορεί να μας κάνει μακάριους. Για να γνωρίσουμε τη γνήσια ευτυχία, την αληθινή σοφία, πρέπει να βγαίνουμε από το νου και να ζούμε στον κόσμο του Είναι, αυτό είναι το σημαντικό.

Α.Δ. Samael Aun Weor (απόσπασμα από το «Η Επανάσταση της Διαλεκτικής»)